νοσφισμός


νοσφισμός
Προφορά

Ετυμολογία
νοσφισμός μεταγενέστερη ελληνική νοσφισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο νοσφισμός

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του νοσφίζομαι, ιδιοποίηση, σφετερισμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.