νομοτεχνικός


νομοτεχνικός
Προφορά

Ετυμολογία
νομοτεχνικός νόμος + τεχνικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ νομοτεχνικός -ή, -ό

✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τεχνική διατύπωσης ενός νόμου, ο σχετικός με τη διατύπωση νόμου ή νομικής διατάξεως, η οποία οφείλει να είναι σαφής, συνοπτική και γεν. να μη δημιουργεί προβλήματα κατά την εφαρμογή του νόμου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
νομοτεχνικά κ.νομοτεχνικώς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.