νομιναλισμός
Προφορά
Ετυμολογία
νομιναλισμός └γαλλ┘ nominalisme > nominal
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο νομιναλισμός
✦ θεωρία που δέχεται ότι οι καθολικές έννοιες είναι απλά λεκτικά σύμβολα χωρίς πραγματική υπόσταση
✦ (οικον.) θεωρία που δέχεται ότι το χρήμα έχει την αξία η οποία συμβατικά του έχει δοθεί
Συνώνυμα
ονοματοκρατία
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–