νομαδισμός


νομαδισμός
Προφορά

Ετυμολογία
νομαδισμός └αγγλ┘nomadism

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο νομαδισμός

✦ η πρακτική, οι ενέργειες ή η κατάσταση της νομαδικής ζωής ή των νομάδων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.