νικητήριος
Προφορά
Ετυμολογία
νικητήριος αρχαία ελληνική νικητήριος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ νικητήριος -ια, -ιο
✦ ο σχετικός με τη νίκη: το τραγούδι να μοιάσει νικητήριο σάλπισμα (Κ. Καρυωτάκης)
✦ τα νικητήρια ως ουσ., εορτή για τη νίκη ή ύμνος προς νικητή
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–