νευρωτικός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply νευρωτικόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/νευρωτικός.mp3Ετυμολογίανευρωτικός νεύρωσις Ερμηνεία└επίθετο┘ νευρωτικός -ή, -ό ✦ που επιδρά στα νεύρα ✦ που προκαλεί νεύρωση ✦ που πάσχει από νεύρωση, νευροπαθής Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–