νεοφυτικός


νεοφυτικός
Προφορά

Ετυμολογία
νεοφυτικός νέος + φύω

Ερμηνεία
επίθετο┘ νεοφυτικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στη νεότερη από τις τρεις περιόδους της προϊστορίας της γης, καινοζωικός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.