νεοθετικισμός


νεοθετικισμός
Προφορά

Ετυμολογία
νεοθετικισμός νέος + θετικισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο νεοθετικισμός

✦ φιλοσοφική κίνηση, που παρουσιάστηκε κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο στην Αυστρία και Γερμανία, με κύριο χαρακτηριστικό την άρνηση οποιουδήποτε μεταφυσικού περιεχομένου της φιλοσοφίας

Συνώνυμα
λογικός εμπειρισμός, λογικός θετικισμός
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.