νεοδίδακτος


νεοδίδακτος
Προφορά

Ετυμολογία
νεοδίδακτος αρχαία ελληνική νεοδίδακτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ νεοδίδακτος -η, -ο

✦ που παραστάθηκε στο θέατρο πρόσφατα
✦ αυτός που έχει διδαχτεί κάτι πρόσφατα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.