νεκροστολίζω


νεκροστολίζω
Προφορά

Ετυμολογία
νεκροστολίζω νεκρός + στολίζω

Ερμηνεία
ρήμα νεκροστολίζω

✦ στολίζω νεκρό: με τη λίγη πρασινάδα που γύρω σε τυλίγει σα να ‘θελε να σε νεκροστολίσει (Λ. Μαβίλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.