νεκροβίωση


νεκροβίωση
Προφορά

Ετυμολογία
νεκροβίωση νεκρός + βιόω-ώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η νεκροβίωση

✦ ειδική κατάσταση ιστών και κυττάρων κατά την οποία είναι δυνατή η αναβίωσή τους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.