νατοϊκός


νατοϊκός
Προφορά

Ετυμολογία
νατοϊκός Ν.Α.Τ.Ο., αρχικά των └αγγλ┘λ. North Atlantic Treaty Organisation

Ερμηνεία
επίθετο┘ νατοϊκός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στο Ν.Α.Τ.Ο. (σύμφωνο ευρωπαϊκών χωρών, Η.Π.Α. και Καναδά, με πολιτικούς και στρατιωτικούς σκοπούς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.