νέκρα


νέκρα
Προφορά

Ετυμολογία
νέκρα νεκρός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η νέκρα

✦ η ιδιότητα του νεκρού
(μτφ. ) έλλειψη κίνησης, στασιμότητα: υπάρχει νέκρα στην αγορά
✦ απόλυτη σιγή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.