μόσκος


μόσκος
Προφορά

Ετυμολογία
μόσκος μεταγενέστερη ελληνική μόσχος (= ζώο που παράγει άρωμα)

Ερμηνεία
μόσκος

✦ αρωματικό προϊόν των αδένων ελαφοειδούς ζώου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.