μυώ
Προφορά
Ετυμολογία
μυώ αρχαία ελληνική μυέω -ῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ μυώ -είς, -εί
✦ κατηχώ, προσηλυτίζω
✦ (μτφ. ) αποκαλύπτω σε κάποιον τους σκοπούς μυστικής οργανώσεως
✦ διδάσκω, φανερώνω τα μυστικά τέχνης, επιστήμης κτλ
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–