μυοπάθεια


μυοπάθεια
Προφορά

Ετυμολογία
μυοπάθεια └γαλλ┘ myopathie – └αγγλ┘myopathy

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μυοπάθεια

✦ γενικός όρος για τις φλεγμονώδεις ή εκφυλιστικές παθήσεις των μυών· ειδικότερα η μυϊκή δυστροφία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.