μπουζουριάζω


μπουζουριάζω
Προφορά

Ετυμολογία
μπουζουριάζω από τη λ. της αργκό μπουζού (= κρυψώνα• φυλακή)

Ερμηνεία
ρήμα μπουζουριάζω

✦ βάζω στη φυλακή κάποιον, φυλακίζω
✦ κρύβω, εξαφανίζω
✦ τρώγω με λαιμαργία, καταβροχθίζω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.