μπουγιέλο


μπουγιέλο
Προφορά

Ετυμολογία
μπουγιέλο – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μπουγιέλο

✦ κουβάς
✦ κατάβρεγμα κάποιου με κουβά γεμάτο νερό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.