μπλακάουτ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μπλακάουτΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μπλακάουτ.mp3Ετυμολογίαμπλακάουτ └αγγλ┘blackout Ερμηνείαουσιαστικό└άκλιτο┘ το μπλακάουτ ✦ συσκότιση σε περιοχή, πόλη κτλ. εξαιτίας κάποιας βλάβης στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–