μπιστεύομαι Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μπιστεύομαιΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μπιστεύομαι.mp3Ετυμολογίαμπιστεύομαι εμπιστεύομαι Ερμηνεία└ρήμα┘ μπιστεύομαι ✦ έχω εμπιστοσύνη σε κάποιον, εμπιστεύομαι: δεν μπιστευότανε στον πανδαμάτορα χρόνο να λύσει το ζήτημα (Κ. Βάρναλης) Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–