μπιστεύομαι


μπιστεύομαι
Προφορά

Ετυμολογία
μπιστεύομαι εμπιστεύομαι

Ερμηνεία
ρήμα μπιστεύομαι

✦ έχω εμπιστοσύνη σε κάποιον, εμπιστεύομαι: δεν μπιστευότανε στον πανδαμάτορα χρόνο να λύσει το ζήτημα (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.