μπιραριέρα


μπιραριέρα
Προφορά

Ετυμολογία
μπιραριέρα μπιραρία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο μπιραριέρα

✦ θηλ. μπιραριέρα ιδιοκτήτης ή υπάλληλος μπιραρίας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.