μπινελίκι


μπινελίκι
Προφορά

Ετυμολογία
μπινελίκι μπινές

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μπινελίκι

✦ το φέρσιμο ή το πάθος του μπινέ
✦ πληθ. μπινελίκια, τα ζαχαρωτά
✦ βρισιές

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.