μπανγκαλόου Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μπανγκαλόουΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μπανγκαλόου.mp3Ετυμολογίαμπανγκαλόου └αγγλ┘bungalow Ερμηνείαουσιαστικό└άκλιτο┘ το μπανγκαλόου ✦ μικρή μονώροφη κατοικία σε κατασκηνώσεις ή θέρετρα που περιβάλλεται από εξώστες Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–