μπαινοβγαίνω
Προφορά
Ετυμολογία
μπαινοβγαίνω μπαίνω + βγαίνω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ μπαινοβγαίνω
✦ μπαίνω και βγαίνω πολύ συχνά: τα χελιδόνια μπαινοβγαίνουν από τα παραθύρια (Π. Πρεβελάκης)
✦ επισκέπτομαι κάποιον ή κάτι πολύ συχνά: μπαινοβγαίνει στο σπίτι της
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–