μπαγκατέλα
Προφορά
Ετυμολογία
μπαγκατέλα └ιταλ┘bagattella
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μπαγκατέλα
✦ ασήμαντο, ευτελές πράγμα
✦ ανόητος λόγος: εγώ σου προτείνω πράματα σοβαρά και συ μου λες μπαγκατέλες (Β. Ρώτας)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–