μούλκι


μούλκι
Προφορά

Ετυμολογία
μούλκι μεσαιωνική ελληνική μούλκιον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μούλκι

✦ γεωργικό κτήμα στην Τουρκία, του οποίου την απόλυτη κυριότητα έχει ιδιώτης, σε αντιδιαστολή προς το βακούφι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.