μουτράκι


μουτράκι
Προφορά

Ετυμολογία
μουτράκι υποκοριστικό του ουσιαστικού μούτρο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μουτράκι

✦ μικρό, συμπαθητικό πρόσωπο

Συνώνυμα
προσωπάκι, μουρίτσα
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.