μουστακαλής


μουστακαλής
Προφορά

Ετυμολογία
μουστακαλής μουστάκα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο μουστακαλής

✦ που έχει μεγάλο μουστάκι: άντρες μελαψοί, μουστακαλήδες (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.