μουστάρδα


μουστάρδα
Προφορά

Ετυμολογία
μουστάρδα └ιταλ┘mostarda

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μουστάρδα

✦ καρύκευμα φαγητού με τσουχτερή γεύση (φτιαγμένο με αλεύρι σιναπιού, ξίδι κτλ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.