μουσική
Προφορά
Ετυμολογία
μουσική αρχαία ελληνική μουσική (τέχνη), └θηλ┘ του επιθέτου μουσικός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μουσική
✦ η τέχνη της αρμονικής συναρμολόγησης των ήχων
✦ μουσικότητα, μελωδικότητα
✦ γραπτή σημειογραφία μουσικών κομματιών
✦ ορχήστρα μουσικών οργάνων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–