μουσελίνα
Προφορά
Ετυμολογία
μουσελίνα └γαλλ┘ mousseline, από το όν. της πόλης Μοσούλη της Μεσοποταμίας, όπου κατασκευάζεται
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μουσελίνα
✦ είδος λεπτού και αραιού υφάσματος από μαλλί, μπαμπάκι ή μετάξι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–