μουσειακός


μουσειακός
Προφορά

Ετυμολογία
μουσειακός μουσείον

Ερμηνεία
επίθετο┘ μουσειακός -ή, -ό

✦ ο του μουσείου, που ταιριάζει σε μουσείο
✦ απαρχαιωμένος: μουσειακή τέχνη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.