μουλινές


μουλινές
Προφορά

Ετυμολογία
μουλινές └γαλλ┘ moulinée (soie) (= στριφτό μετάξι)

Ερμηνεία
μουλινές

✦ είδος κλωστής για κέντημα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.