μουλαράς


μουλαράς
Προφορά

Ετυμολογία
μουλαράς └ουσ┘ μουλάρι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο μουλαράς

✦ οδηγός μουλαριού
✦ (ειδ.) στρατιώτης οδηγός φορτηγού κτήνους, ο ημιονηγός
(μτφ. ) αγροίκος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.