μορφώνω


μορφώνω
Προφορά

Ετυμολογία
μορφώνω μεταγενέστερη ελληνική μορφόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα μορφώνω

✦ δίνω μορφή, σχήμα σε κάτι, διαπλάθω, σχηματίζω: ο κόσμος που προσπαθεί να μιλά σωστά μορφώνει τη λαλιά του από τη λογοτεχνία (Γ. Σεφέρης)
✦ φρ. μορφώνω γνώμη, σχηματίζω γνώμη, καταλήγω σε γνώμη
(μτφ. ) εκπαιδεύω, προάγω πνευματικά και ηθικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.