μορφωτικός


μορφωτικός
Προφορά

Ετυμολογία
μορφωτικός μεταγενέστερη ελληνική μορφωτικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ μορφωτικός -ή, -ό

✦ που ανήκει, αναφέρεται, συντελεί στη μόρφωση: μορφωτικό πρόγραμμα – ανάγνωσμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.