μορατόριουμ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μορατόριουμΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μορατόριουμ.mp3Ετυμολογίαμορατόριουμ └λατιν┘ moratorium Ερμηνείαουσιαστικό└άκλιτο┘ το μορατόριουμ ✦ πρόσκαιρη αναστολή ενεργειών κατόπιν επίσημης συμφωνίας Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–