μονώροφος


μονώροφος
Προφορά

Ετυμολογία
μονώροφος μόνος + όροφος

Ερμηνεία
επίθετο┘ μονώροφος -η, -ο

✦ που έχει ένα μόνο όροφο

Συνώνυμα

Αντίθετα
πολυώροφος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.