μονόκαννος


μονόκαννος
Προφορά

Ετυμολογία
μονόκαννος μόνος + κάννη

Ερμηνεία
επίθετο┘ μονόκαννος -η, -ο

✦ που έχει μόνο μία κάννη: μονόκαννη καραμπίνα
✦ ουδ. μονόκαννο ως ουσ., όπλο με μία κάννη

Συνώνυμα

Αντίθετα
δίκαννο
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.