μονομανία


μονομανία
Προφορά

Ετυμολογία
μονομανία μονομανής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μονομανία

(ιατρ.) διαταραχή που εκδηλώνεται με την κυριαρχία, στον ψυχικό κόσμο, μιας μόνο ιδέας ή ορισμένου κύκλου ιδεών
(μτφ. ) εντονότατη κλίση σε κάτι που απορροφά κάθε σκέψη και δραστηριότητα του ατόμου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.