μονολιθικός


μονολιθικός
Προφορά

Ετυμολογία
μονολιθικός μόνος + λίθος

Ερμηνεία
επίθετο┘ μονολιθικός -ή, -ό

✦ ο αποτελούμενος από μια μόνο πέτρα: μονολιθικό μνημείο
(μτφ. ) μονοκόμματος, χωρίς παρεκκλίσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.