μονάχα Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μονάχαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μονάχα.mp3Ετυμολογίαμονάχα μεσαιωνική ελληνική μοναχά Ερμηνεία μονάχα ✦ κ. μοναχά επίρρ. μόνο: δούλεψε μονάχα δυο ώρες ✦ με τον όρο, φτάνει να μη: παίξτε όσο θέλετε, μονάχα μη φωνάζετε Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–