μισοκακόμοιρος
Προφορά
Ετυμολογία
μισοκακόμοιρος μισός + κακόμοιρος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ μισοκακόμοιρος -η, -ο
✦ αυτός που σε κάποιες εκδηλώσεις του χαρακτηρίζεται από κακομοιριά, που η συμπεριφορά του προκαλεί τον οίκτο και τη συμπάθεια: μισοκακόμοιρο ύφος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–