μισαλλοδοξία


μισαλλοδοξία
Προφορά

Ετυμολογία
μισαλλοδοξία μισαλλόδοξος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μισαλλοδοξία

✦ μίσος προς αλλόθρησκους ή προς όσους πρεσβεύουν άλλες αρχές (κοινωνικές, πολιτικές κτλ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.