μιντιοκρατία
Προφορά
Ετυμολογία
μιντιοκρατία └αγγλ┘media + └ελλ┘ κρατώ
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μιντιοκρατία
✦ η κυριαρχία των μέσων ενημέρωσης στη σύγχρονη ζωή και η δύναμή τους να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και να επιβάλλουν τις απόψεις τους: αναδεικνύεται ένα άλλο «κράτος», των μέσων μαζικής ενημέρωσης, η λεγόμενη «μιντιοκρατία» (Ελευθεροτυπία)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–