μιλφέιγ


μιλφέιγ
Προφορά

Ετυμολογία
μιλφέιγ └γαλλ┘ mille-feuille (= χίλια φύλλα)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το μιλφέιγ

✦ είδος γλυκίσματος από λεπτά φύλλα ζύμης με κρέμα ανάμεσά τους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.