μικροφωνισμός


μικροφωνισμός
Προφορά

Ετυμολογία
μικροφωνισμός μικρόφωνο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο μικροφωνισμός

✦ φαινόμενο κατά το οποίο δημιουργείται παρασιτική ταλάντωση όταν το μεγάφωνο ενός ενισχυτή επηρεάζει το μικρόφωνο του ίδιου ενισχυτή και εκδηλώνεται με συριγμό του μεγαφώνου, ά. φαινόμενο Λάρσεν

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.