μικροεπεξεργαστής
Προφορά
Ετυμολογία
μικροεπεξεργαστής μετάφραση του └αγγλ┘όρου microprocessor
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο μικροεπεξεργαστής
✦ μικρή, ως προς τις διαστάσεις, συσκευή που μπορεί να επιτελέσει τις λειτουργίες που εκτελεί και η κεντρική μονάδα επεξεργασίας ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–