μιζέρια


μιζέρια
Προφορά

Ετυμολογία
μιζέρια └ιταλ┘miseria

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μιζέρια

✦ αθλιότητα, κακομοιριά
✦ μεγάλη φτώχεια
✦ γκρίνια
✦ τσιγκουνιά

Συνώνυμα

Αντίθετα
απλοχεριά
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.