μηκωνέλαιο
Προφορά
Ετυμολογία
μηκωνέλαιο μήκων + έλαιον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το μηκωνέλαιο
✦ λάδι από τα σπέρματα της υπνοφόρου μήκωνος που χρησιμοποιείται ιδ. για την παρασκευή ελαιοχρωμάτων, βερνικιών κτλ
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–